Όγκος εγκεφάλου.

Στο άκουσμα και μόνο της φράσης "όγκος εγκεφάλου" όλους μας πιάνει πανικός. Κι όμως τα πράγματα στην ζωή δεν είναι όπως φαίνονται και πολύ περισσότερο όπως ακούγονται...
Ο όρος "όγκος εγκεφάλου" περιλαμβάνει όλους τους όγκους (καλοήθεις και μη) που αναπτύσσονται εντός της κρανιακής κοιλότητας: είναι συνεπώς ένας γενικός και καθαρά περιγραφικός όρος. Αυτό που όμως έχει σημασία είναι ο παθολογοανατομικός τύπος του όγκου αυτού, η εντόπισή του σε σχέση με τα κύρια εγκεφαλικά κέντρα, το αν είναι χειρουργικά εξαιρέσιμος και το αν υπάρχουν εναλλακτικές και συμπληρωματικές θεραπείες για την αντιμετώπισή του. Χάρη στην πρόοδο των νευροεπιστημών (νευροχειρουργική, νευροακτινολογία, νευροογκολογία) η αντιμετώπιση των "όγκων του εγκεφάλου" έχει εξελιχθεί πλέον αυξάνοντας τόσο την επιβίωση των ασθενών όσο και την ποιότητα της ζωής τους. Και σε πολλές περιπτώσεις η πλήρης ίαση δεν είναι πια η εξαίρεση του κανόνα, όπως ήταν μέχρι πλην λίγα χρόνια.  
Τι είναι ένας όγκος;
Ένας όγκος (νεοπλασία) είναι μια μάζα ιστού που σχηματίζεται από τον πολλαπλασιασμό και τη συσσώρευση ανώμαλων κυττάρων. Κανονικά, τα κύτταρα του σώματός μας, πεθαίνουν και αντικαθίστανται από νέα κύτταρα. Στις νεοπλασίες, κάτι συμβαίνει που διαταράσσει αυτόν τον κύκλο. Τα νεοπλασματικά κύτταρα αναπτύσσονται, παρόλο που ο οργανισμός δεν τα χρειάζεται, και τα παλιά κύτταρα δεν πεθαίνουν. Καθώς αυτή η διαδικασία συνεχίζεται, ο όγκος συνεχίζει να αυξάνεται και όλο και περισσότερα κύτταρα προστίθεται στη μάζα του. 
Γενικά οι όγκοι του εγκεφάλου μπορούν να χωριστούν γενικώς σε δύο μεγάλες κατηγορίες:
-Πρωτοπαθείς όγκοι οι οποίοι προέρχονται από τον ίδιο τον εγκέφαλο και
-Μεταστατικοί όγκοι οι οποίοι προέρχονται από διαφορετικά σημεία του σώματος εκτός εγκεφάλου (μεταξύ άλλων πνεύμονες, μαστοί, νεφροί, δέρμα) και είναι πάντα κακοήθεις.
Οι πρωτοπαθείς όγκοι διακρίνονται περαιτέρω με βάση το είδος του κυττάρου από το οποίο δημιουργούνται (νευρικό, νευρογλοιακό, των μηνίγγων κ.α. ) και μπορεί να είναι καλοήθεις ή κακοήθεις.
Είδη Όγκων Εγκεφάλου: 
(α) Νευρογλοιακοί όγκοι: Αποτελούν κατά τις διεθνείς στατιστικές το 50 % του συνόλου των όγκων εγκεφάλου και περιλαμβάνουν όλους τους τύπους των νευρογλοιακών όγκων (αστροκύτωμα, γλοιοβλάστωμα, επενδύμωμα, ολιγοδενδρογλοίωμα, μυελοβλάστωμα). 
(β) Μηνιγγιώματα: 20 % 
(γ) Μεταστατικοί: 10 % 
(δ) Υπόφυσης: 8-9 % 
(ε) Ακουστικά νευρινώματα: 4-5 %  
στ) Αλλοι τύποι: 5 % (κρανιοφαρυγγιώματα, πρωτοπαθή λεμφώματα, γερμινώματα, επιφυσιώματα, επιδερμοειδή, θηλώματα, χορδώματα, κ.α).
Συμπτώματα:
Τα συμπτώματα εξαρτώνται από τη θέση, το μέγεθος και το είδος του όγκου. Είναι αποτέλεσμα είτε της αυξημένης ενδοκράνιας πίεσης, είτε λόγω προσβολής συγκεκριμένων εγκεφαλικών κέντρων συνεπεία της στερεοχωρικής αναπτύξης του νεοπλάσματος. Τα συμπτώματα στους όγκους συνήθως είναι γενικευμένα και μη ειδικά όπως κεφαλαλγία με ή χωρίς εμέτους, θάμβος όρασης, διπλωπία, αστάθεια στάσης και βάδισης, διαταραχές μνήμης ή συμπεριφοράς, υπνηλία, σύγχυση, διέγερση, επιληπτικές κρίσεις κ.α. Μπορεί όμως να οφείλονται σε προσβολή ειδικών περιοχών και να έχουν εστιακό χαρακτήρα όπως π.χ. μυϊκή αδυναμία ενός άκρου ή μιας πλευράς, διαταραχή εκπομπής ή αντίληψης του λόγου, διαταραχή όρασης ή ακοής, πάρεση εγκεφαλικών συζυγιών. 
Τα κλινικά νευρολογικά σημεία δύνανται να οφείλονται σε αυξημένη ενδοκράνια πίεση (π.χ. οίδημα οπτικών θηλών, μείωση οπτικής οξύτητας, πάρεση απαγωγών νεύρων, υπνηλία, σύγχυση- διέγερση, κώμα) ή σε εστιακή βλάβη (π.χ. αφασία / δυσφασία εκπομπής ή αντιλήψεως, ημιπάρεση /ημιπληγία, ημι-υπαισθησία, ημιανοψία), ή να είναι συνδυασμός των παραπάνω.
Διάγνωση:
Απεικονιστικές εξετάσεις (όπως η υπολογιστική τομογραφία (CT) και ειδικά η μαγνητική τομογραφία (MRI) ), παίζουν κεντρικό ρόλο στη διάγνωση των εγκεφαλικών όγκων. Η χορήγηση σκιαγραφικού και στις δύο αυτές εξετάσεις είναι απαραίτητη δεδομένου ότι η διάσπαση του αιματο-εγκεφαλικού φραγμού και κατά συνέπεια η πρόσληψη του σκιαγραφικού (περιφερική ή ομοιογενής) προσφέρει μεγάλη βοήθεια στον προκαθορισμό της φύσης του όγκου, της αγγείωσής του, του συνοδού οιδήματος που αυτός προκαλεί ή και των διηθήσεών του στους πέριξ ιστούς.  Με τη μαγνητική φασματοσκοπία (NMR Spectroscopy) δίδεται η δυνατότητα να χαρτογραφήσουμε τόσο τη χημική σύσταση, όσο και τη μεταβολική δραστηριότητα των ιστών των απεικονιζόμενων όγκων, λαμβάνοντας σημαντικές πληροφορίες όσον αφορά την ταυτοποίηση (τύπος βλάβης), τη σταδιοποίηση (βαθμός κακοήθειας), αλλά και τον καλύτερο σχεδιασμό της θεραπευτικής προσέγγισης βλαβών των διαφόρων ανατομικών περιοχών του εγκεφάλου. Η οριστική διάγνωση των όγκων εγκεφάλου τίθεται όμως μόνο με την ιστολογική εξέταση δειγμάτων του όγκου, που λαμβάνονται είτε με στερεοτακτική βιοψία, είτε με ανοικτό χειρουργείο. Η ακριβής ταυτοποίηση μέσω ιστολογικής εξέτασης, είναι απαραίτητη για τον καθορισμό της σωστής διάγνωσης και της κατάλληλης θεραπείας.
Θεραπεία:
Η κατ’ εξοχήν θεραπεία των όγκων του εγκεφάλου είναι η χειρουργική εξαίρεσή τους. Ο στόχος είναι να αφαιρεθεί ο όγκος εξ'ολοκλήρου, όποτε και όπου είναι δυνατόν και εφικτό χωρίς συνέπειες για τον ασθενή. 
Η χρήση του μικροσκοπίου, η εισαγωγή της νευροπλοήγησης και της νευροπαρακολούθησης, επιτρέπει στους νευροχειρουργούς πολύ καλύτερο προσανατολισμό, όσον αφορά τον εντοπισμό των βλαβών που πρέπει να προσπελάσουν, ακόμα και σε περιοχές που συγκαταλεγόταν μέχρι πρότινος στα «άβατα» του εγκεφάλου και μάλιστα με μεγάλη ασφάλεια και επιτυχία.
Σκοπός του χειρουργείου είναι η ολική εξαίρεση του όγκου. Αυτό, όταν επιτυγχάνεται, σημαίνει πλήρη ίαση στους καλοήθεις όγκους. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις καλοήθειας, στις οποίες η ολική εξαίρεση είναι αδύνατη, είτε λόγω μεγέθους της βλάβης, είτε κυρίως λόγω εντόπισης της βλάβης. Σε πολλές περιπτώσεις είναι προτιμότερο να παραμείνει υπολειμματική νόσος, παρά ο ασθενής να εξέλθει από το χειρουργείο με νευρολογικό πρόβλημα, το οποίο μάλιστα δεν υπήρχε προ του χειρουργείου. Είναι βέβαια αυτονόητο ότι, στους κακοήθεις όγκους του εγκεφάλου η ολική εξαίρεση του όγκου αποτελεί ουτοπία. Σε αυτές τις περιπτώσεις, στόχος του χειρουργείου είναι, αφενός μεν η ακριβής διάγνωση με βάση τη βιοψία, αφετέρου δε η όσο το δυνατό μεγαλύτερη εξαίρεση της βλάβης, έτσι ώστε η απάντηση στη συμπληρωματική θεραπεία να είναι η καλύτερη δυνατή. Ουσιαστικά, από το αποτελέσματα της βιοψίας, εξαρτάται αν θα επακολουθήσει συμπληρωματική θεραπεία και ποια θα είναι αυτή. 
Ως συμπληρωματική θεραπεία χαρακτηρίζεται η ακτινοθεραπεία, η χημειοθεραπεία ή ο συνδυασμός τους. Σπανιότερα, ακτινοθεραπεία μπορεί να προταθεί σε μη κακοήθεις βλάβες οι οποίες όμως δεν εξαιρέθηκαν εξ ολοκλήρου και έχουν αυξημένη πιθανότητα να υποτροπιάσουν. Η ακτινοθεραπεία μπορεί να σημαίνει καθολική ακτινοβολία του εγκεφάλου, ενίοτε και σε συνδυασμό με ακτινοβολία και του νωτιαίου μυελού, ή μπορεί να είναι εντοπισμένη, να αφορά δηλαδή αποκλειστικά και μόνο στην περιοχή της βλάβης, ή να διενεργείται με τη μορφή της βραχυθεραπείας, δηλαδή της εμφύτευσης ραδιενεργών κόκκων στη κοίτη του εξαιρεθέντος όγκου διεγχειρητικά, ώστε να επιτυγχάνεται η βραδεία αποδέσμευση ακτινοβολίας στην παθολογική περιοχή. Η τοξικότητα από την ακτινοθεραπεία είναι τόσο μεγάλη που η χρήση της σαν θεραπεία είναι απαγορευτική στην ηλικία κάτω των 3 ετών. 
Χημειοθεραπεία είναι η χορήγηση φαρμάκων, τα οποία μέσω της κυκλοφορίας του αίματος «ταξιδεύουν» σε ολόκληρο το σώμα, με στόχο το θάνατο των καρκινικών κυττάρων. Στον ενήλικα, σε αντίθεση με τα παιδιά, συνήθως έπεται της ακτινοθεραπείας. Το χημειοθεραπευτικό φάρμακο που έχει επικρατήσει στη θεραπεία των όγκων του εγκεφάλου είναι η Τεμοζολαμίδη και χορηγείται από το στόμα, συνήθως σε κύκλους. Η χημειοθεραπεία που ακολουθείται στους μεταστατικούς όγκους, καθορίζεται από την πρωτοπαθή εστία. Μια ειδική μορφή χημειοθεραπείας είναι η τοπική χημειοθεραπεία, στην οποία το χημειοθεραπευτικό φάρμακο, συνήθως υπό μορφή δισκίων (συνήθως καρμουστίνης), εμφυτεύεται στην κοίτη του εξαιρεθέντος όγκου, κατά τη διάρκεια του χειρουργείου και επιτρέπει τη βραδεία, άμεση αποδέσμευση του φαρμάκου στον εγκέφαλο, ακριβώς στην περιοχή του όγκου. 
Μεγάλη έμφαση τα τελευταία χρόνια έχει δοθεί στη γονιδιακή θεραπεία των όγκων γενικότερα και κατά επέκταση και των όγκων του εγκεφάλου. Είναι γνωστό ότι γονιδιακές μεταβολές ευθύνονται και παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάπτυξη ενός όγκου. Στόχος λοιπόν, είναι η καταστολή εκείνων των γονιδίων, δηλαδή των τμημάτων του γενετικού υλικού, που φαίνεται να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ογκογένεση και τα οποία αποκαλούνται ογκογονίδια. Ένα μεγάλο κομμάτι της έρευνας και της επιστήμης ασχολείται με αυτό το εξαιρετικά μεγάλο και δύσβατο κεφάλαιο και όλα υπόσχονται ότι αυτή η θεραπεία ίσως αποτελέσει τη θεραπεία του μέλλοντος στην ογκολογία.