Σηραγγώδες Αιμαγγείωμα.

Το Σηραγγώδες Αιμαγγείωμα (cavernous hemangioma ή cavernous malformation ή cavernoma) είναι μια αγγειακή δυσπλασία του εγκεφάλου. Σπάνια περιστατικά έχουν αναφερθεί και στο νωτιαίο μυελό. Η μορφή του είναι ένα σύνολο από φλέβες με παχύ τοίχωμα. Ανάμεσα στις φλέβες μπορεί να βρει κανείς θρόμβους αίματος από παλιές αιμορραγίες και είναι αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό που του δίνει και χαρακτηριστική εικόνα στην Μαγνητική Τομογραφία, με δακτυλίους αιμοσιδηρίνης. Το μέγεθός του είναι συνήθως 1-5 cm. Εμφανίζεται συχνότερα σε νέους ανθρώπους. Πολύ συχνά, σε ποσοστό 50% υπάρχουν πάνω από ένα αιμαγγειώματα στον ίδιο ασθενή. 
Τα σηραγγώδη αιμαγγειώματα είναι γενικά σπάνια. Εμφανίζονται στο 0.02 - 0,13% του πληθυσμού, και αποτελούν το 5-13% όλων των αγγειακών δυσπλασιών του ΚΝΣ. Η συνήθης εντόπισή τους είναι στα εγκεφαλικά ημισφαίρια, αλλά σε ποσοστό που φτάνει το 10-23% μπορούν να εντοπίζονται και στον οπίσθιο κρανιακό βόθρο, οπότε η αντιμετώπισή τους είναι αρκετά πιο δύσκολη. Σπάνια εντοπίζονται και στον Νωτιαίο Μυελό.
Συνηθέστερα αφορούν σποραδικά περιστατικά. Ωστόσο υπάρχουν και οικογένειες με μεγάλο ποσοστό εμφάνισης σηραγγωδών αιμαγγειωμάτων. Έχουν περιγραφεί και ανωμαλίες σε συγκεκριμένα χρωμοσώματα. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις μάλιστα εμφανίζονται πολλαπλά αιμαγγειώματα στον ίδιο ασθενή. Σε περίπτωση αποκάλυψης σηραγγώδους αιμαγγειώματος σε έναν ασθενή η σύσταση είναι να ελεγχθούν και οι συγγενείς του πρώτου βαθμού.
Ένα σηραγγώδες αιμαγγείωμα μπορεί να είναι ασυμπτωματικό και να αποκαλυφθεί ως τυχαίο εύρημα σε μια μαγνητική τομογραφία που γίνεται για άλλο λόγο. Αν προκαλέσει συμπτώματα τότε αυτά αφορούν:
1. επιληπτικές κρίσεις (60% των περιπτώσεων). 
2. εξελισσόμενο νευρολογικό έλλειμμα (50%) αν λειτουργήσουν "χωροκατακτητικά", προκαλούν πχ αδυναμία στο χέρι, δυσκολία στην ομιλία κλπ. αναλόγως της περιοχής που εντοπίζονται. 
3. εγκεφαλική αιμορραγία (20%). Είναι δύσκολο να εκτιμηθεί με ακρίβεια ο κίνδυνος αιμορραγίας ενός σηραγγώδους αιμαγγειώματος αλλά γενικά είναι γύρω στο 2-3% ανά έτος. Συνήθως πρόκειται για μικροαιμορραγίες που σπάνια είναι απειλητικές για τον ασθενή σε αντίθεση με τις αιμορραγίες από άλλες αγγειακές δυσπλασίες του εγκεφάλου.
Η διάγνωση γίνεται με αξονική και μαγνητική τομογραφία. Ειδικά η μαγνητική τομογραφία είναι η εξέταση εκλογής. Το σηραγγώδες αιμαγγείωμα δεν εντοπίζεται με την ψηφιακή αγγειογραφία εγκεφάλου, παρ’ ότι ανήκει στις αγγειακές δυσπλασίες. 
Η αντιμετώπιση εξαρτάται από την κλινική εικόνα και την εντόπιση του αιμαγγειώματος. Μπορεί να επιλεχθεί: 
παρακολούθηση με μαγνητική τομογραφία ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Η μέθοδος επιλέγεται σε μικρά ασυμπτωματικά αιμαγγειώματα, που βρέθηκαν ως τυχαίο εύρημα σε μια εξέταση. 
χειρουργική αφαίρεση. Η μέθοδος επιλέγεται σε αιμαγγειώματα που προκαλούν νευρολογικό έλλειμμα, μεγάλη εγκεφαλική αιμορραγία ή επιληπτικές κρίσεις που δεν αντιμετωπίζονται εύκολα με αντιεπιληπτικά φάρμακα. 
η ακτινοχειρουργική δεν έχει θέση στην αντιμετώπισή τους καθώς δεν ανταποκρινόνται σε αυτήν.